Πως και γιατί ξεκίνησαν τα περίπτερα στην Ελλάδα

                               
Ο χρόνος κυλά “σαν γάργαρο νερό” λένε οι παλιοί, τι ξεθωριάζει όμως και τι όχι στο πέρασμα του? Αναλογίζομαι μικρές ιστορίες μα και όλα αυτά που κατορθώνουν να έχουν ζωή στο σήμερα ενώ αφορούν αποκλειστικά το παρελθόν. Στα ίχνη τους καταλαβαίνει κανείς ότι όσο και αν τρέχει ο χρόνος κάποιες στιγμές, καταστάσεις, εικόνες…μένουν παγωμένες.

Ορθώνομαι σε εικόνες από το παρελθόν με στόχο να ψηλαφισω την ιστορία των ελληνικών περιπτέρων, να γνωρίσω δηλαδή το πότε δημιουργήθηκαν και πως εξελίχθηκαν εως ότου να ταυτιστούν με την καθημερινότητα των Ελλήνων. Γοητεύτηκα όταν κατάλαβα ότι τα περίπτερα είναι ευρεσιτεχνία των Ελλήνων και ότι η εμφάνιση τους ξεκινάει από το Ναύπλιο και την ίδρυση του Ελληνικού κράτους. Στην ουσία πρόκειται για μια κίνηση οικονομικής βοήθειας στις οικογένειες των ανθρώπων που τραυματίστηκαν ή έμειναν ανάπηροι εξαιτίας των πολέμων. Οι συντάξεις λόγω αναπηρίας δεν ήταν εφικτό να χορηγηθούν, οπότε το κράτος αποφάσισε την οικονομική βοήθεια των οικογενειών αυτών να την παρέχει δίνοντας στον καθένα από ένα περίπτερο, ένα κατάστημα μικρής έκτασης δηλαδή που θα του έδινε την ευκαιρία να εμπορευτεί κάποια αντικείμενα.
 
Το πρώτο περίπτερο της Αθήνας ήταν και είναι στην οδό Πανεπιστημίου. Το ιστορικό αυτό περίπτερο ήταν που τον Οκτώβριο του 1997 κατά τα έργα στην πρωτεύουσα για το Μετρό, υποχώρησε το έδαφος και βυθίστηκε στη γη. Το περίπτερο μάλιστα ήταν ανοιχτό και ο περιπτερούχος μολις που πρόλαβε και απομακρύνθηκε. Μετά από το συμβάν, το ιστορικό αυτό περίπτερο ανεγέρθηκε στο ίδιο ακριβώς σημείο.

Τείνοντας προς την ιστορία των περιπτέρων βλέπουμε ότι τα πρώτα περίπτερα ήταν μικρά σε έκταση, ένα ξύλινο κουβούκλιο με ελάχιστα είδη προς πώληση. Μέσα από αυτά τα μικρά καταστήματα που βρίσκονταν στους ελληνικούς δρόμους προσπαθούσαν να επιβιώσουν οι τραυματίες και οι ανάπηροι των πολέμων που είχαν και την αποκλειστική χορήγηση αδειών αυτών των μικρών επαγγελματικών χώρων. Αργότερα η δομή και η όψη των περιπτέρων άλλαξε, έγιναν ομοιόμορφα, ομοιόχρωμα και με εξωτερικά ρολά ασφαλείας. Σ αυτά πωλούνταν εφημερίδες, περιοδικά και χύμα τσιγάρα. Μάλιστα το κράτος είχε αποδώσει στα περίπτερα το αποκλειστικό δικαίωμα πώλησης καπνοβιομηχανικών προϊόντων για να περιορίσει τους πλανόδιους μικροπωλητές και να ελέγξει το καπνικό εμπόριο. Όσον αφορά τώρα τις εφημερίδες, από το 1973 και μετά οι τίτλοι των εφημερίδων πολλαπλασιάστηκαν και εμφανίστηκαν και ξένες εφημερίδες διότι ο τουρισμός είχε ξεκινήσει να αναπτύσσεται και αρκετοί τουρίστες και εκδρομείς επισκέπτονταν την Ελλάδα.

Οι περιπτερούχοι σ ένα χώρο περιορισμένο δίχως ανέσεις αλλά και δίχως ωράριο εξυπηρετούσαν τις τοπικές ανάγκες κερδίζοντας τα προς το ζην. Ο χρόνος βέβαια έφερε αρκετές αλλαγές στη λειτουργία τους όπως τη νομοθετική ρύθμιση του 1980 όπου η τοπική αυτοδιοίκηση μπορούσε να τους παραχωρήσει κοινόχρηστο χώρο, το 2006 που μεγάλωσε το εμβαδόν των περιπτέρων, τότε μάλιστα εκτός από τα ψιλικά, τα αναψυκτικά.. είχε κάνει την εμφάνιση της η κρύα αγορά, τα ψυγεία που πουλούσαν παγωτά δίνοντας στιγμές δροσιάς στα θερμά Ελληνικά καλοκαίρια. Επίσης οι περιπτερούχοι για να καλύψουν τις ανάγκες των πελατών τους πολλές φορές πρόσεθεταν αντικείμενα προς πώληση έξω από το νόμιμο χώρο τους με αποτέλεσμα τα τσουχτερά πρόστιμα. Μέσα στις εξελίξεις και μετά από τις εφημερίδες, την τοποθέτηση ψυγείων, την πώληση αναψυκτικών και παγωτών μια ακόμα σημαντική ώθηση προς τα περίπτερα ήταν και η έλευση των τηλεφωνικών συσκευών σε αυτά, αρχικά ήταν τα τηλέφωνα με μετρητές κι αργότερα με κερματοδέκτες.

Ιχνηλατώντας την ιστορική πορεία των περιπτέρων αναγνωρίζουμε ότι η εμφάνιση τους διαμορφώθηκε πολλές φορές. Μετά από τις άδειες περιπτέρων για όσους τραυματίστηκαν ή έμειναν ανάπηροι τόσο στον ελληνοτουρκικό πόλεμο όσο και στους Βαλκανικούς πολέμους, βλέπουμε το 1922 να αλλάζει ο νόμος και να ορίζεται πλέον η “Πανελλήνια Ένωση Τραυματιών πολέμου” ως υπεύθυνη για την ανέγερση των νέων περιπτέρων καθώς και τη διαχείριση τους γενικά. Ακολούθησαν νέοι κανόνες για την αδειοδότηση των περιπτέρων όπως του ότι δεν μπορούσαν να πωληθούν και να μεταβιβαστούν οι άδειες, ότι σε περίπτωση θανάτου του κατόχου μεταβιβαζόταν στη γυναίκα και τα παιδιά του για 5 χρόνια κι έπειτα επέστρεφε στον έλεγχο της “Πανελλήνιας Ένωσης Τραυματιών πολέμου” ενώ προστέθηκαν μετά από το 1943 κι άλλες κατηγορίες αναπήρων όπως των αναπήρων άμαχου πληθυσμού και των θυμάτων ειρηνικής περιόδου. Από το 1971 και μετά ακολούθησαν κι άλλες αλλαγές στην αδειοδότηση όπου αποκτούν περισσότεροι το δικαίωμα ενοικίασης των περιπτέρων. Ερχόμενοι τώρα στο 2012 συναντάμε τον νόμο που εμποδίζει τη μεταβίβαση και κληρονομιά της των αδειών ενώ το 2014 γεννάται η υποχρέωση καταβολής τέλους για τον κοινόχρηστο χώρο.

Η πορεία των χρόνων διαμόρφωσε και άλλαξε πολλά, απ’ όλες αυτές τις αλλαγές όμως ποτέ δεν χάθηκαν ιστορίες που ταξίδευαν στόμα με στόμα, η πρώτη καλημέρα, η πρώτη είδηση, το πρώτο τηλέφωνο, η πρώτη σοκολάτα…όπως και να το κάνεις τα περίπτερα γέμισαν τον κόσμο με αναμνήσεις ενώ οι περιπτεράδες ήταν αυτοί που ήξεραν τι τσιγάρα καπνίζει κάθε πελάτης και του τα έδιναν πριν τα ζητήσει, ήξεραν τη σοκολάτα που επιθυμούσε κάθε πελάτης τους, ήξερε τα ερωτικά σκιρτήματα του κάθε ανθρώπου που πήγαινε στο περίπτερο του προκειμένου να επικοινωνήσει τηλεφωνικά με το αγαπημένο του πρόσωπο, ήξερε τον κάθε επισκέπτη της περιοχής του διότι αυτός του έδινε οδηγίες για το πως θα φτάσει στο κατάλυμα ή τον χώρο που ήθελε να επισκεφθεί. Στο “μπόι της μνήμης” πολλές είναι οι ιστορίες που αποκαλύπτουν ότι τα περίπτερα αποτελούν σημαντικά κομμάτια της νεοελληνικής κοινωνίας και βέβαια ποτέ δεν ξεχνιέται το ότι τα περίπτερα είναι μια ευρεσιτεχνία των Ελλήνων.
Κείμενο: Βούλα Νεονάκη
Πηγή φωτογραφιών: argolikeseidhseis, womantoc
Από το Blogger.