''Ψαρογιάννης'', η ζωντανή ιστορία του λαούτου στην Κρήτη
Μια ήρεμη δύναμη που σιωπηλά και με μειλίχιο ύφος κατέγραψε τραγούδια που άντεξαν στο χρόνο
εξαιτίας του βαθύτερου αισθήματος που κρύβουν. Κάθε του τραγούδι είναι ένα ταξίδι που περικλείει
στο χάρτη των συναισθημάτων τόσο την ευαισθησία και την ευγενικήτου προσωπικότητα όσο και
την πλούσια μουσική του ευφυΐα.

Β.Ν. Πότε το αποκτήσατε?
Γ.Ξ. Το 1960
Β.Ν. Θυμάστε ως παιδί, πριν από την καλλιτεχνική σας πορεία, ποιο ήταν το πρώτο λαούτο που είδατε, που ακούσατε…
Γ.Ξ. Ήτανε του Αγριμάκη. Από μικρός ξεκίνησα, με είχε πάρει ο Νίκος στα παιδικά μου χρόνια και ξεκινήσαμε μαζί.
Β.Ν. Εκτός όμως από το λαούτο που σας συνοδεύει μια ζωή, πιάσατε στα χέρια σας και παιδευτήκατε και με τη λύρα. Πότε πιάσατε λύρα για πρώτη φορά ?
Γ.Ξ. Έπιασα λύρα από μικρό παιδί
Γ.Ξ. Στα καφενεία τότε ζητούσανε τους λυράρηδες και ήταν πρώτος στις επιλογές τους ο αδελφός μου. Ζήσαμε καλά τότε, κάναμε παρέες, καντάδες…
Β.Ν. Και πως νιώσατε όταν μεταπολεμικά άλλαξαν τα δεδομένα της κρητικής μουσικής και από εκεί που κυριαρχούσε η κρητική μουσική άρχισε κυρίως στο αστικό τοπίο να κυριαρχεί η δυτική μουσική?
Γ.Ξ. Παίζαμε ρούμπα, τανγκό…τα ακούγαμε και τα μάθαμε. Μόνοι μας εκπαιδευτήκαμε στα ευρωπαϊκά και τα παίζαμε με δεξιοτεχνία. Μέσα απ όλο αυτό όμως εμείς προωθούσαμε τα κρητικά, τα οποία και ήρθαν πρώτα μετά.
Β.Ν. Μέχρι τότε με ποιους γνωστούς καλλιτέχνες είχατε συνεργαστεί εκτός από τον Νίκο τον αδελφό σας?
Γ.Ξ. Τον Στραβό, Μανουρά, Καλομοίρη, Μηναδομανώλη …το Μουντάκη! Ο Μουντάκης με δίδαξε πολλά. Ήταν ο πρώτος που πήγαμε στο εξωτερικό. Πήγαμε στη Γερμανία, τη Γαλλία….
Η συζήτηση για τον Κώστα Μουντάκη ξύπνησε μνήμες και νοσταλγικά συναισθήματα για τον Ψαρογιάννη. Θυμήθηκε τις απόκριες του 1961 και την εμφάνιση τουμε τον Κώστα Μουντάκη στον κινηματογράφο των Ανωγείων. Την εμφάνιση τους εκεί είχε διοργανώσει η Κρήτη Σμπώκου - Φαρσάρη που είχε έρθει από την Αθήνα για τη διοργάνωση αυτής της αποκριάτικης συναυλίας.
Οι συζητήσεις μας ταξίδεψαν και στο 1958 τότε που ο ιδιοκτήτης του κινηματογράφου των Ανωγείων ο Γιώργος Κοντογιάννης είχε τα μικρά δισκάκια της εποχής δίνοντας την ευκαιρία στα παιδιά του χωριού να γνωρίσουν τραγούδια της εποχής. Με χαμόγελο μας μίλησε και για την αρραβώνιαση του το 1971 με την σύζυγο του Μαρία. Ο Γιώργος Κοντογιάννης τους είχε παραχωρήσει τον κινηματογράφο όπου έβαλαν τραπέζια, λευκά τραπεζομάντηλα και έκαναν εκεί την αρραβώνιαση τους. Μου έδειξε και τη φωτογραφία που ο πατέρας του και ο αδελφός του ο Νίκος χόρεψαν την τότε αρραβωνιαστικιά του και μετέπειτα σύζυγο του Μαρία. Έπειτα το γάμο τους είχαν κάνει στο Λιβάδι στο Περαχώρι και είχαν παίξει όλοι οι καλλιτέχνες ο Στραβός, Μανουράς, Καλομοίρης, Γαργανουράκης, Ψαρονίκος, Ψαραντώνης….
Το 1968 ο Γιάννης Ξυλούρης πάει στην Αθήνα μα αυτή την φορά ακολουθεί τον αδελφό του το Νίκο.
Γ.Ξ. Παίξαμε στην Αθήνα στο “Κονάκι” και σε πολλά άλλα μαγαζιά και είχανε κάνει πρόταση στο Νικο, να τραγουδήσει κι άλλα τραγούδια που δεν είναι κρητικά
Β.Ν. Και κάπως έτσι κ. Γιάννη δυο παιδιά από την Κρήτη και μετά από το ταξίδι τους στην Αθήνα αρχίζουν να έρχονται σε επαφή με Ξαρχάκο, με Μαρκόπουλο, με Λεοντή…και με ονόματα που έχουν υπογραφή στο μουσικό πεντάγραμμο
Γ.Ξ. Συνεργαστήκαμε με Σταύρο Ξαρχάκο, Χρήστο Λεοντή, Λουκά Θάνο, Λίνο Κόκοτο…δεν αφήσαμε όμως ποτέ τα κρητικά, τα κάναμε παράλληλα. Για τα έντεχνα τώρα, έχω να σας πω ότι τραγουδούσε ο Νίκος στα πιο πολλά έντεχνα και εγώ έπαιζα και λαούτο και λύρα. Υπήρχαν βραδιές που είχα το βάρος και στα δυο μουσικά όργανα. “Το Χρονικό” το έκανε ο Νίκος, ήταν ο πρώτος δίσκος του και μετά πήγε με τον Ξαρχάκο και έκανε τη συνέχεια. “Το Χρονικό” ήταν μια επιτυχία όπως και οι “Ελεύθεροι Πολιορκημένοι” και πολλά άλλα τραγούδια.
Β.Ν. Δισκογραφικά ποιες ήταν οι καινοτομίες που παρουσιάσατε?
Γ.Ξ. Ο Ερωτόκριτος και πολλά άλλα τραγούδια. Τα Ριζίτικα προϋπήρχαν, τα διασκευάσαμε και τα πήγαμε ένα βήμα παραπέρα. Κάναμε κρητικά τραγούδια δικής μας έμπνευσης όπως ο δίσκος “Τα που θυμούμαι τραγουδώ”
Γ.Ξ. Εγώ, ο Νίκος και ο Ζαχάρης ο Φασουλάς μετά τη μπουατ βρεθήκαμε στο Πολυτεχνείο. Πιάσανε το Νίκο και χέρι - χέρι τον βάλανε μέσα
Β.Ν. Φοβηθήκατε?
Γ.Ξ. Ναι. Μετά μας πήραν και μας πήγαν σε ένα διαμέρισμα στον Άγιο Παντελεήμονα.
Εκεί έμεινε περισσότερο ο Νίκος, εγώ με τον Ζαχάρη φύγαμε. Ήθελαν να τον προστατεύσουν.
Μετά από τα επεισόδια του Πολυτεχνείου πηγαίναμε και παίζαμε δωρεάν στις πλατείες της Αθήνας. Μας καλούσαν και πηγαίναμε κάθε Κυριακή σχεδον. Μετά τώρα από τις επιτυχίες στην Αθήνα εγώ με την οικογένεια μου επιστρέψαμε στην Κρήτη όπου για ένα διάστημα έπαιξα με τον Βασίλη Σκουλά και κάναμε συναυλίες σε όλη την Κρήτη.
Β.Ν. Οπότε ουσιαστικά το 1978 χωριστήκατε με τον αδελφό σας τον Νίκο και ξεκινήσατε την δική σας πλέον διαδρομή και ακολούθησαν έπειτα και τα “Ξυλουρέικα”.
Γ.Ξ. Είχε έρθει ο Νίκος στην Κρήτη και κάναμε κάποιες συναυλίες, επιστρέψαμε όμως στην Αθήναεπειδή ο Νίκος δεν ήταν καλά και φύγαμε για την Αμερική,πήγαμε στο Μεμόριαλ. Τότε μου παρήγγειλε να πιάσω τη λύρα και την έπιασα, οι εμφανίσεις μουαπό κει και μετά ήταν με λύρα.
Β.Ν. Το αφήσατε το λαούτο?
Γ.Ξ. Όχι, δεν το άφησα το λαούτο, η μεγάλη μου αγάπη είναι το λαούτο
Β.Ν. Κάνατε όμως την παραγγελιά του αδελφού σας, πιάσατε τη λύρα και γράψατε και ένα δίσκο αμέσως μετά με λύρα
Γ.Ξ. Ναι, και έκανα και δικό μου συγκρότημα, “Τα Ξυλουρέικα” ήτανε μαγαζί στη Λ. Ικάρου που παίζαμε για δύο περίπου χρόνια παρέα με τον Γιώργη Παπουτσάκη, Γιάννη Σταυρακάκη…
Β.Ν. Αναρωτιέμαι πότε ξεκινήσατε τα μαθήματα ως δάσκαλος λύρας πλεον και μάλιστα στο πλευρό του Κώστα Μουντάκη
Γ.Ξ. Την ίδια εποχή με βρήκε ο Κώστας Μουντάκης που με αγαπούσε και με σεβόταν ως καλλιτέχνη.
Β.Ν. Και κάπως έτσι συνεχίσατε και τα μαθήματα ως δάσκαλος
Γ.Ξ. Ναι, μου άρεσε να δίνω στα παιδιά και τους νέους τα ευρήματα μου
Β.Ν. Ποιο είναι το πιο σημαντικό που πρέπει να πάρει από εσας ενας μαθητής σας?
Γ.Ξ. Εξαρτάται από τον μαθητή. Εγώ είχα πέντε Ωδεία, δεν τα προλάβαινα. Πήγαινα και στην Αθήνα στο “Ανωγειανάκη” και έκανα μαθήματα
Β.Ν. Πότε ήταν η πρώτη κοινή σας εμφάνιση με την κόρη σας, την Ελευθερία?
Γ.Ξ. Το 1996 στο “Αυγή Ξανανταμώσαμε”
Β.Ν. Σε σχέση με την τοποθέτηση σας στο έντεχνο, είχατε επαφή με το έντεχνο τραγούδι μετά από το 1980 ?
Γ.Ξ. Ναι, το 1983 στο κέντρο με Ελένη Βιτάλη, Χαλκιά, τον αδελφό του Καζαντζίδη…
Β.Ν. Κάπως έτσι λοιπόν ξεκινήσατε με τη λύρα, είχατε και πάλι επαφή με το έντεχνο ελληνικό τραγούδι, η βάση σας όμως πάντα ήταν η κρητική μουσική. Ως λυράρης, με τα “Ξυλουρέικα” που σας είχαν καλέσει για εμφανίσεις?
Γ.Ξ. Παντού, παντού. Θεσσαλονίκη, Ρόδο, σε όλη την Ελλάδα και στο εξωτερικό. Πατουχιά, πατουχιά έχω κάνει όλο τον κόσμο.
Η βιογραφία του Ψαρογιάννη, δεν περιγράφεται με λίγες λέξεις. Ήταν ένας καλλιτέχνης που από μικρή ηλικία απέδειξε πως το λαούτο ήταν η προέκταση των χεριών του, άφησε όμως και εκπληκτικά δείγματα συνθέσεων στη λύρα. Η θέση που κατέχει σήμερα στο μουσικό κρητικό στερέωμα είναι αναμφίβολα αυτό που κάνει όλους τους κρητικούς να μιλούν για τον δικό τους “Ψαρογιάννη” γιατί όντως ο Γιάννης Ξυλούρης ή Ψαρογιάννης όπως τον φωνάζουν οι κρητικοί, κατόρθωσε πρώτα απ΄όλανα εισχωρήσει στις καρδιές των Κρητικών.
Κείμενο - συνέντευξη : Βούλα Νεονάκη
* Οι φωτογραφίες είναι από το αρχείο της Μαρίας Ξυλούρη