Η Μαρίκα Καραβαλάκη – Στεφανάκη φαίνεται να ήταν η μόνη γυναίκα που ασχολήθηκε με το βιολί στην Ανατολική Κρήτη

Στην εποχή της ταχύτητας καταφέρνει να κάνει τα παιδιά να ακολουθούν τους δικούς της ρυθμούς και χωρίς δυσκολία τα κάνει να θεριεύει μέσα τους η επιθυμία για χωριό, επικοινωνία, παιχνίδι. Περπατάει και πηγαίνει στην παιδική χαρά του χωριού, συζητάει με τα παιδιά, τα ωθεί να αφήσουν τα κινητά από τα χέρια τους, να επικοινωνήσουν, να συζητήσουν και να παίξουν παρέα.
Χάθηκα μέσα σ αυτές τις χρωματιστές της πινελιές και προσπαθώντας να την γνωρίσω καλύτερα ανακαλύπτω την αγάπη της για τη μουσική οπότε αποφασίζω να ανοίξω το μπαούλο της ζωής της για να τη γνωρίσω ακόμα καλύτερα. Ξεκινώ με περιέργεια για την ηλικία της μα δεν παίρνω καμία απάντηση ούτε την πρώτη φορά αλλά ούτε και τις τρις επόμενες. Την μια μου έλεγε 80 και την άλλη 85….αφήνοντας πάντα ερωτηματικά. Την ρωτώ αν τραγουδάει και τη βλέπω να χαμογελάει… Η κόρη της μου δείχνει μια φωτογραφία της όπου την βλέπω να κρατάει βιολί, τα ερωτηματικά μέσα μου πολλαπλασιάζονται.
Στην ερώτηση που βρήκε το βιολί αναφέρθηκε στον αδελφό της, σπούδασε κτηνίατρος στο Παρίσι και εκείνος της έδωσε την δυνατότητα να ασχοληθεί με τη μουσική διότι όταν του ζήτησε βιολί ως δώρο από το Παρίσι, δεν δίστασε να της το πάρει και μάλιστα σε μια εποχή που οι γυναίκες ζούσαν συντηρητικά και προστατευμένες εντός του οικείου περιβάλλοντος τους.
Η Μαρίκα Καραβαλάκη – Στεφανάκη ήταν μαθήτρια Γυμνασίου στην Νεάπολη που τότε ήταν και πρωτεύουσα του νομού Λασιθίου. Στο Γυμνάσιο Νεάπολης Λασιθίου πήγαινε με αυτοκίνητο μαζί με άλλα παιδιά από το χωριό της και κάθε πρωί που έφευγαν οι μητέρες τους έκλαιγαν διότι ήταν ασυνήθιστο να σπουδάζουν τότε τα παιδιά αλλά και σπάνιο να μετακινείται κάποιος με αυτοκίνητο. Για τα παιδιά βέβαια ήταν ευχάριστο και διασκεδαστικό γι αυτό και σε όλη την διαδρομή τραγουδούσαν και εξέφραζαν την χαρά τους. Η ίδια μάλιστα αναφέρθηκε σε ένα παραδοσιακό τραγούδι της Θεσσαλίας που τραγουδούσαν συνήθως στη διαδρομή με το αυτοκίνητο μέχρι να φτάσουν στο Γυμνάσιο :
«Μισεύω και τα μάτια μου δακρύζουν λυπημένα, αχ πατρίδα μου γλυκιά πόσο σ αγαπώ βαθιά…»
Εκεί στη Νεάπολη λοιπόν βρέθηκε και η άκρη του νήματος για την εισαγωγή της στη θεωρία της μουσικής και την εκμάθηση της στο βιολί. Το ταξίδι της στο μουσικό πολιτισμό ξεκίνησε στο πλευρό του Γιώργου Σερέπετση και διήρκησε δυο χρόνια. Η ίδια δεν θυμάται καμία άλλη γυναίκα από την περιοχή να κάνει μαθήματα μουσικής αλλά και ούτε να εμφανίζεται στο πλευρό μουσικών κάποια γυναίκα. Αναφέρθηκε μάλιστα στην πρώτη της δημόσια μουσική εμφάνιση στο πλευρό του θείου της Γιώργου. Ο ίδιος έπαιζε βιολί σε ένα ημιυπόγειο, δεν είχε μαζευτεί κόσμος και τότε η ίδια θέλησε να παίξει βιολί και να τραγουδήσει. Θυμάται να τραγουδάει το «Ένα νερό κυρά Βαγγελιώ» και όσο τραγουδούσε θυμάται να προσεγγίζει τον χώρο όλο και περισσότερος κόσμο που αναφωνούσε «Αχ ένα κορίτσι, μια κοπέλα παίζει βιολί…» στο τέλος θυμάται ότι είχε μαζευτεί τόσος κόσμος που την χάζευαν ακόμη και από το φεγγίτη του μαγαζιού.

Η μαρτυρία της Μαρίκας Καραβαλάκη – Στεφανάκη με έκανε να αναρωτηθώ αν ποτέ είχε συναντήσει την Ασπασία Παπαδάκη, την πρώτη επαγγελματία μουσικό της Κρήτης με καταγωγή από την Δυτική Κρήτη. Την ρώτησα και μου είπε ότι δεν την γνώρισε ποτέ.
Η Ασπασία Παπαδάκη γεννήθηκε το 1932 στην Πλάκα Αποκορώνου και ήταν ανιψιά του μεγάλου κρητικού καλλιτέχνη Μιχάλη Παπαδάκη, γνωστού ως Πλακιανού. Ήταν η πρώτη γυναίκα που έπαιξε επίσημα και επαγγελματικά κρητική μουσική, συνεχίζοντας το έργο που είχε ξεκινήσει η Λαυρεντία Μπερνιδάκη. Σε αντίθεση με τη Μπερνιδάκη, η Ασπασία Παπαδάκη είχε δική της δισκογραφία και πραγματοποίησε καλλιτεχνικές εμφανίσεις ως επαγγελματίας μουσικός, αποκομίζοντας οικονομικές απολαβές από τη μουσική της δραστηριότητα. Έπαιζε λύρα, βιολί και λαούτο, συμβάλλοντας με ουσιαστικό τρόπο στην ανάδειξη της καλλιτεχνικής γυναικείας παρουσίας στην κρητική μουσική σκηνή, σε μια εποχή που οι γυναίκες μουσικοί σπάνιζαν.
Βίντεο:
Η Μαρίκα Καραβαλάκη – Στεφανάκη φαίνεται να ήταν η μόνη γυναίκα που ασχολήθηκε με το βιολί στην Ανατολική Κρήτη και μάλιστα φαίνεται να ήταν επηρεασμένη και γοητευμένη από τραγούδια και μουσικές πέραν του κρητικού ρεπερτορίου, σε αντίθεση με την Ασπασία Παπαδάκη που η μουσική της πορεία αποδεικνύει τη σύνδεση της αυστηρά με την κρητική μουσική. Βέβαια ήταν και από τις ελάχιστες γυναίκες που σπούδασαν και κατάφεραν να νιώσουν ελευθερία και να τοποθετηθούν στην εκπαίδευση και το πολιτισμικό πεδίο της εποχής στην Ανατολική Κρήτη.
Το Γυμνάσιο στη Νεάπολη που αρχικά είχε χτιστεί για να γίνει νοσοκομείο αλλά τελικά στέγασε το εκπαιδευτικό κέντρο της περιοχής, λειτούργησε το 1876 με τις πρώτες τότε γυμνασιακές τάξεις. Έκτοτε έγινε ένα φυτώριο επιστημόνων και έδρα σπουδαίων δασκάλων δίνοντας κίνητρο σε πολλές γενιές νέων ανθρώπων να αποκτήσουν πνευματική περιουσία και να εξελιχθούν τόσο οι ίδιοι όσο και η περιοχή. Έτσι δόθηκε και η ευκαιρία για ταξίδι στη μόρφωση και αλλαγές που δεν θα θύμιζαν το παρελθόν και θα τροφοδοτούσαν το συναίσθημα της ελευθερίας και της παιδείας.
Το στοιχείο της παιδείας και της εκπαίδευσης ίσως ήταν και αυτό που έδωσε το θάρρος στην Μαρίκα Καραβαλάκη – Στεφανάκη να ζητήσει μουσική εκπαίδευση και να αποτελέσει στην πορεία των χρόνων μια δυναμική γυναικεία παρουσία της εποχής που δεν ήταν δημιουργός μα ήταν σημαντικός κρίκος της διάδοσης και ανανέωσης της μουσικής ταυτότητας, της σύσφιξης σχέσεων με συγχωριανούς και άλλους Έλληνες μα πάνω απ όλα της μείωσης κοινωνικών ανισοτήτων.
Κάπως έτσι διαμορφώθηκε μια επικοινωνιακή και πολιτισμική ζωή που μέσω της μουσικής επικοινωνίας, του αυθορμητισμού και της φυσικότητας της «ζωντανής» μουσικής οι άνθρωποι παρακινήθηκαν να γιορτάσουν, να εκστασιαστούν, να έρθουν σε επαφή με μια συλλογή μουσικών έργων που δεν αφορούσαν μόνο τη μουσική του τόπου τους αλλά ένα πλήθος μουσικών ακουσμάτων σε χρονικό βάθος και σε γεωγραφικό πλάτος . Έτσι διασκέδασαν και συμπορεύτηκαν και μέσα από την χαρά της μουσικής επικοινωνίας χτίστηκαν τα προνόμια για εξέλιξη και δημιουργία, πολλοί έκαναν στροφή προς τη σπουδή της μουσικής, τη μουσική έκφραση με εκμάθηση ενός οργάνου, συμμετοχή σε χορωδίες, μικρά μουσικά συγκροτήματα και γυναίκες που με αυθορμητισμό πλέον εκφράζονται, τραγουδούν και επικοινωνούν.
Η συλλογική αυτή εμπειρία εξακολουθεί ακόμα και σήμερα να ενοποιεί διαφορετικές γενιές και ανθρώπους στην παραδοσιακή ζωή στο χωριό της κυρά Μαρίκας. Άνθρωποι κάθε ηλικίας επιδιώκουν να την συναντούν και σ αυτό το νέο περιβάλλον δεν παύει να υπάρχει η πραγματικότητα του παρελθόντος διότι η κυρία Μαρίκα εξακολουθεί να είναι μια φλέβα πολιτισμού και ενότητας των ανθρώπων.
Το Γυμνάσιο στη Νεάπολη που αρχικά είχε χτιστεί για να γίνει νοσοκομείο αλλά τελικά στέγασε το εκπαιδευτικό κέντρο της περιοχής, λειτούργησε το 1876 με τις πρώτες τότε γυμνασιακές τάξεις. Έκτοτε έγινε ένα φυτώριο επιστημόνων και έδρα σπουδαίων δασκάλων δίνοντας κίνητρο σε πολλές γενιές νέων ανθρώπων να αποκτήσουν πνευματική περιουσία και να εξελιχθούν τόσο οι ίδιοι όσο και η περιοχή. Έτσι δόθηκε και η ευκαιρία για ταξίδι στη μόρφωση και αλλαγές που δεν θα θύμιζαν το παρελθόν και θα τροφοδοτούσαν το συναίσθημα της ελευθερίας και της παιδείας.
Το στοιχείο της παιδείας και της εκπαίδευσης ίσως ήταν και αυτό που έδωσε το θάρρος στην Μαρίκα Καραβαλάκη – Στεφανάκη να ζητήσει μουσική εκπαίδευση και να αποτελέσει στην πορεία των χρόνων μια δυναμική γυναικεία παρουσία της εποχής που δεν ήταν δημιουργός μα ήταν σημαντικός κρίκος της διάδοσης και ανανέωσης της μουσικής ταυτότητας, της σύσφιξης σχέσεων με συγχωριανούς και άλλους Έλληνες μα πάνω απ όλα της μείωσης κοινωνικών ανισοτήτων.
Κάπως έτσι διαμορφώθηκε μια επικοινωνιακή και πολιτισμική ζωή που μέσω της μουσικής επικοινωνίας, του αυθορμητισμού και της φυσικότητας της «ζωντανής» μουσικής οι άνθρωποι παρακινήθηκαν να γιορτάσουν, να εκστασιαστούν, να έρθουν σε επαφή με μια συλλογή μουσικών έργων που δεν αφορούσαν μόνο τη μουσική του τόπου τους αλλά ένα πλήθος μουσικών ακουσμάτων σε χρονικό βάθος και σε γεωγραφικό πλάτος . Έτσι διασκέδασαν και συμπορεύτηκαν και μέσα από την χαρά της μουσικής επικοινωνίας χτίστηκαν τα προνόμια για εξέλιξη και δημιουργία, πολλοί έκαναν στροφή προς τη σπουδή της μουσικής, τη μουσική έκφραση με εκμάθηση ενός οργάνου, συμμετοχή σε χορωδίες, μικρά μουσικά συγκροτήματα και γυναίκες που με αυθορμητισμό πλέον εκφράζονται, τραγουδούν και επικοινωνούν.
Η συλλογική αυτή εμπειρία εξακολουθεί ακόμα και σήμερα να ενοποιεί διαφορετικές γενιές και ανθρώπους στην παραδοσιακή ζωή στο χωριό της κυρά Μαρίκας. Άνθρωποι κάθε ηλικίας επιδιώκουν να την συναντούν και σ αυτό το νέο περιβάλλον δεν παύει να υπάρχει η πραγματικότητα του παρελθόντος διότι η κυρία Μαρίκα εξακολουθεί να είναι μια φλέβα πολιτισμού και ενότητας των ανθρώπων.
Κείμενο Βούλα Νεονάκη